Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ

Όταν ο 30χρονος διάκονος Αθανάσιος ήταν σύμβουλος του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Αλέξανδρου και ενώ συνεχιζόταν ο πόλεμος κατά της ειδωλολατρίας, ξέσπασε στους κόλπους της Εκκλησίας ένα μεγάλο κακό.

Ο Άρειος, που καταγόταν από τη Λιβύη και χειροτονήθηκε στην Αλεξάνδρεια ως ιερέας και αργότερα πήρε και το οφίκιο του πρωθιερέα, θέλησε να ανατρέψει την τάξη της Εκκλησίας που είχε και πίστευε μέχρι τότε.

Με την ύπουλη και κατά τα άλλα γλυκιά του διδασκαλία, θέλησε να νοθέψει την πίστη μας, να καταστρέψει την Ορθοδοξία. Τον πήρε ο εγωισμός, ότι αυτός τα ήξερε όλα καλύτερα, και από τους πατριάρχες και από τους μάρτυρες και ομολογητές της Εκκλησίας μας. Ακόμη και από τους οσίους και ασκητές της ερήμου, που με την αγιασμένη τους ζωή θαυματουργούσανε κιόλας.

Παραδεχόταν και δίδασκε πράγματα αιρετικά, βλάσφημα για τον Χριστό μας. Ισχυριζόταν ότι ο Χριστός δεν ήταν Θεός, αλλά το πρώτον κτίσμα, δημιούργημα του Θεού. Ότι δεν είναι ίσιος με τον Θεό Πατέρα, μα είναι δεύτερο και κατώτερο δημιούργημα του, πλάσμα του Θεού. Και μάλιστα έλεγε «ην ποτέ ότε ουκ ην». Ήταν κάποτε, υπήρξε καιρός προηγουμένως που δεν ήταν ο Χριστός. Το δεύτερο πρόσωπο της Αγ. Τριάδος δεν ήταν, δεν υπήρχε.

Με την ύπουλη, είπαμε, αυτή του διδασκαλία και με την γλαφυρότητα της γλώσσας του, μα και με κάποια ποιήματα του, δίδασκε την λανθασμένη αυτή διδασκαλία του. Και επειδή φαινόταν εξωτερικά πως ήταν και ευσεβής, τον ακολούθησαν πολλοί άνθρωποι. Άνθρωποι που δεν γνώριζαν την αλήθεια και την ορθότητα της πίστεώς μας.

Ανάμεσα σ’ αυτούς και 700 νεαρές παρθένες και μερικοί κληρικοί που είχαν μεγάλη θέση και φαινόντουσαν σοβαροί και μυαλωμένοι. Έτσι άρχισε το κακό. Ο Πατριάρχης έβλεπε την ανάπτυξή του και ανησυχούσε. Για τούτο και ευθύς αμέσως παίρνει μέτρα για την καταστολή του.

Η διδασκαλία του Αρείου ήταν λανθασμένη. Και σαν λανθασμένη, σαν ψεύτικη, δεν θα μπορούσε να σώσει τον άνθρωπο. Όμως ο αρχηγός της, Άρειος και οι ομόφρονές του επέμεναν στην πλάνη τους και παράσυραν και πολλούς άλλους. Μεγάλο λοιπόν κακό ξέσπασε, μεγάλη σύγχυση δημιουργήθηκε, μεγάλος σκανδαλισμός επικράτησε. Η ειρήνη διώχθηκε και από την Εκκλησία και από την πολιτεία.

Ο πατριάρχης Αλέξανδρος, δεν χάνει καιρό. Λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα. Καλεί όλους τους επισκόπους της Αλεξάνδρειας και της Μαρεώτιδος και τους δίνει να υπογράψουν επιστολή με την οποία ο πατριάρχης καλούσε τον Άρειο και τους ομόφρονές του να μετανοήσουν και να αποκηρύξουν την αίρεση τους.

Ο Άρειος έπειτα φεύγει για την Παλαιστίνη και εκεί συνεχίζει το ανόσιο έργο του.

Ο Αθανάσιος, κοντά στον επίσκοπό του είναι όχι μονάχα το δεξί του χέρι, μα ακόμη και περισσότερο. Αυτός πιο πολύ σκέπτεται, μελετά και εργάζεται για το σταμάτημα του μεγάλου αυτού κακού.

Εν τω μεταξύ, ο Μ. Κωνσταντίνος που αντελήφθη ότι, αν άφηνε έτσι τα πράγματα μόνα τους σύντομα θα ξέσπαγε θύελλα, ανέλαβε πρωτοβουλίες. Συνεκάλεσε στη Νίκαια της Βηθυνίας Σύνοδο. Ήταν η Α’ Οικουμενική Σύνοδος.

Σε αυτήν πήραν μέρος έξοχοι ιεράρχες και μεγάλοι άγιοι της Εκκλησίας μας. Όπως ο άγιος Νικόλαος, επίσκοπος Μύρων της Λυκίας, ο όσιος Κορδούης, ο άγιος Σπυρίδωνας, Τριμυθούντος της Κύπρου, ο άγιος Αχίλλιος Λαρίσης, ο όσιος Πανφούτιος, ο Μάρκελλος Αγκύρας κ.ά. Ανάμεσα στους παρευρισκομένους ήταν και μάρτυρες και ομολογητές της Εκκλησίας μας, που πολλοί φέρνανε και τα σημάδια του μαρτυρίου πάνω τους.

Αυτή η Α’ Οικουμενική Σύνοδος, έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 325 μ.Χ. Μαζεύτηκαν περί τους 318 θεοφόρους Πατέρες. Στην πρώτη συνεδρίασή τους πήρε μέρος και ο αυτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος. Με το χαιρετισμό του εξέφρασε και την ευχή του για ειρήνευση της Εκκλησίας.

Άρχισε η συζήτηση. Αναπτύχθηκε γιατί είναι αίρεση η διδασκαλία του Αρείου. Ύστερα κλήθηκε ο Άρειος να απαντήσει. Μα στα ερωτήματα που του τέθηκαν, εκείνος δεν απάντησε. Απλώς επανέλαβε την αίρεση του. Ενώ δε, έλεγε τις βλάσφημες δοξασίες του, πολλοί άγιοι Πατέρες τόσο στεναχωρήθηκαν που έκλεισαν τα αυτιά τους για να μην τον ακούνε. Λέγεται ότι ο άγιος Νικόλαος, τόσο στεναχωρήθηκε πού σηκώθηκε από τη θέση του και ράπισε τον Άρειο. Μίλησαν πολλοί και διάφοροι άγιοι πατέρες. Ο άγιος Σπυρίδωνας έκανε και το θαύμα του με ένα κεραμίδι.

Στη Σύνοδο αυτή θριάμβευσε ο τότε νεαρός διάκονος Αθανάσιος. Αυτός με τις σκέψεις του, με τα δυνατά του λόγια, με τα ακαταμάχητα επιχειρήματά του κατατρόπωσε τον Άρειο και τους οπαδούς του. Έκανε τους Ορθόδοξους να κατανοήσουν καλύτερα και πιο ξεκάθαρα τις αλήθειες της πίστεως μας και να αποφανθούν ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ήταν όχι μονάχα άνθρωπος, αλλά και Θεός μαζί. Θεάνθρωπος.

Ο Άρειος, μετά την καταδίκη του, αναχώρησε στα μέρη της Παλαιστίνης όπου είχε ισχυρούς προστάτες.

Μετά την επιστροφή στην Αλεξάνδρεια, ο διάκονος Αθανάσιος κερδίζει την εκτίμηση και την αγάπη του λαού του Θεού. Κλήρος και λαός τον σέβεται και τον εκτιμά. Εκτός της Ορθοδόξου διδασκαλίας του, ο Αθανάσιος είχε την αληθινή ορθόδοξο ζωή. Είχε αγιότητα βίου. Δεν φάνηκε σκληρός απέναντι του Αρείου. Αυστηρός υπήρξε μονάχα απέναντι στη διδασκαλία του αιρεσιάρχη.

Τον επόμενο χρόνο, τον Φεβρουάριο του 326, ο Πατριάρχης Αλέξανδρος αρρωσταίνει και πεθαίνει. Στην Αλεξάνδρεια ζητάνε τώρα Πατριάρχη. Οι επίσκοποι συνέρχονται, συσκέπτονται και συζητούν. Μα δεν καταλήγουν σε απόφαση. Η απόφαση όμως του λαού είναι εκφρασμένη. Μόνος υποψήφιος, μόνος εκλεγμένος είναι ο Αθανάσιος. Με χίλιες δύο εκδηλώσεις εκφράζει ο λαός την αγάπη του και την απόφαση του για τον Αθανάσιο. Αυτός να γίνει Πατριάρχης. Έτσι και γίνεται και χειροτονείται Πατριάρχης, τον θρόνο τον οποίο υπηρέτησε με πολλές δυσκολίες και διωγμούς για 46 χρόνια.

(ΕΚΔΟΣΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ “Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ”)

Πηγή: Γραφείο Τύπου Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας